Saturday, March 8, 2008

Ένα φιλάκι...

Ο αγέρας φύσηξε. Τα κλαδιά του δέντρου αναρίγησαν.
Ένα μικρό, μοναχικό φιλάκι ξέφυγε από το κλαδί στο
οποίο κατοικούσε και περιδινίστηκε στο διάστημα,
νιώθοντας να πλησιάζει το χώμα όλο και περισσότερο,
όλο και ταχύτερα...

Ο αγέρας φύσηξε. Το ανάλαφρο φιλάκι ένιωσε να
παρασύρεται μακριά. Η Γη κοίταξε με αγωνία προς τα
πάνω και τότε συνειδητοποίησε ότι το φιλάκι, που με
τόση χαρά περίμενε να προσγειωθεί στην αγκαλιά της
απομακρυνόταν τώρα από εκείνη, αιχμάλωτο του αγέρα
που της το έκλεψε και τώρα το ταξίδευε μακριά στον
ορίζοντα.

Η Γη θυμήθηκε την ιστορία της. Θυμήθηκε τότε παλιά,
που το πρώτο φιλάκι εκείνου του περήφανου, ψηλού
δέντρου την ακούμπησε απαλά. Η Γη είχε χαμογελάσει
και από τη στιγμή εκείνη η ύπαρξή της απέκτησε μια
νέα πνοή ευτυχίας και ζωντάνιας. Το δέντρο έγινε
για τη Γη ζωογόνος πηγή και ευχαριστούσε κάθε μέρα
τη φύση, που το έστειλε να φυτρώσει μέσα στην
αγκαλιά της. Κάθε μέρα από τότε η Γη περίμενε με
λαχτάρα το παραμικρό φύσημα του αγέρα, τη μαγική
πνοή, που θα απελευθέρωνε ένα φιλάκι από κάποιο
κλαδάκι του δέντρου και εκείνο θα προσγειωνόταν
πάνω της, γεμίζοντάς την με ακόμη περισσότερη
χαρά, ευτυχία, ζωή...

Ο καιρός περνούσε, τα φιλάκια έπεφταν πάνω στη Γη
και εκείνη τα ρούφαγε λαίμαργα, διψασμένη για τη
δροσιά τους. Η Γη, που κάποτε ήταν κίτρινο, σκληρό
χώμα άρχισε να αλλάζει, να πρασινίζει και να γίνεται
πιο μαλακιά και αφράτη. Στα έγκατα του κάτω κόσμου
μυστικά, υπόγεια νερά έσκαψαν την πέτρα και έφτασαν
κι εκείνα στο σημείο, που φύτρωνε το δέντρο, κάτω
από τη Γη. Η ποτισμένη τώρα Γη πρόσφερε τροφή στο
δέντρο και εκείνο μεγάλωνε, τα κλαδιά του εκτείνονταν
ολοένα και μακρύτερα στο χώρο, καινούργια φιλάκια
φύτρωναν πάνω τους και έπεφταν συχνότερα, χαρούμενα
και παιχνιδιάρικα πάνω στη Γη. Η Γη ήταν ευτυχισμένη.
Η Γη κάθε μέρα που περνούσε γινόταν ολοένα και
περισσότερο ευτυχισμένη, ολοένα και περισσότερο
πράσινη, αφράτη, δροσερή. Και έτσι γινόταν η
αγκαλιά της ολοένα και περισσότερο πλούσια σε
τροφή για το δέντρο που γεννούσε φιλάκια και τα
έστελνε πίσω σε εκείνη.

Μα, εκείνες τις ημέρες το δέντρο ήταν απασχολημένο
και καμιά φορά ξεχνούσε να στείλει τα φιλάκια του
πάνω στη Γη. Εκείνη το ένιωθε λίγο πιο απόμακρο,
ή ίσως έτσι νόμιζε, επειδή το δέντρο, που σίγουρα
είχε τους λόγους του για ό,τι έκανε, ήταν απορροφημένο
στις δικές του, δεντρένιες δραστηριότητες. Η Γη όμως
δεν το καταλάβαινε αυτό, γιατί πίστευε ότι και η
ίδια με τη δροσιά της του πρόσφερε τη δύναμη να
συνεχίσει τις δημιουργίες του. Ένιωθε λοιπόν ότι
το δέντρο δεν καταλάβαινε ότι η Γη ζούσε για να
του προσφέρει τη δροσιά της και να δεχτεί με χαρά
και ευγνωμοσύνη τα φιλάκια του.

Η γη τώρα πονούσε. Πονούσε γιατί στον δικό της, απλό
κόσμο, το μόνο που είχε ουσιαστική σημασία ήταν να
προσφέρει τη δροσιά της στο δέντρο και να δέχεται
τα φιλάκια του. Και σίγουρα η Γη δεν ήθελε με
κανένα τρόπο να κλέβει τα φιλάκια από το δέντρο,
αλλά ήθελε να τα δέχεται αβίαστα, επειδή το δέντρο
το ίδιο θα ένιωθε τη χαρά να της τα προσφέρει.

Δεν ήταν ο αριθμός, ή η συχνότητα από τα φιλάκια
που είχε σημασία για τη Γη, αλλά κάτι πίσω από
αυτά. Αυτό που είχε σημασία ήταν κάτι στην ουσία
του κορμού του δέντρου, που το έκανε πιο μαλακό,
πιο ελαστικό, πιο υγρό, πιο στρόγγυλο και τα
φιλάκια του πιο υγρά, πιο τρυφερά, πιο ζωογόνα.
Δυσκολευόταν να περιγράψει το παράπονό της στο
δέντρο και όταν το έκανε, χιλιάδες ανόητες φωνές
μπλέκονταν με την ψυχή της Γης και παρήγαγαν
ήχους ακατανόητους, περίπλοκες και δυσνόητες
παραφωνίες, αβαθείς και κενές χωρίς αλήθεια, που
αντί να περιγράφουν το παράπονό της, παραπλανούσαν
το δέντρο. Η Γη ήταν αλήθεια ακατάλληλη να
περιγράψει με λόγια αυτό που ήταν για το δέντρο.
Σαν Γη μόνο να μεταδώσει μπορούσε αυτό που ένιωθε,
τη μεταβίβαση μιας αέρινης δροσιάς, ενός χυμού,
μιας μυστικής πνοής, που διαπερνούσε τον κόσμο,
το έδαφός της και τον ξύλινο κορμό του δέντρου
και τα έκανε όλα να πάλλονται σε μια διαφορετική
συχνότητα σε ροζ ιριδισμούς.

Η Γη σκέφτηκε με πόση λαχτάρα και χαρά περίμενε
να φτάσουν οι ημέρες της άνοιξης, που τα φιλάκια
του δέντρου θα άγγιζαν την αγκαλιά της, που θα
ένιωθε τη μεταξένια υφή τους πάνω της. Σκέφτηκε το
πόσο πολύ τα ονειρευόταν πριν και πόσο πολύ θα της
έλειπαν μετά. Σκέφτηκε ότι πέρα από ο,τιδήποτε άλλο
το γεγονός της περιοδικής σπανιότητάς τους έκανε
αυτά τα φιλάκια πολύτιμα και ανεπανάληπτα. Όχι για
να τα παίρνει μόνο, αλλά για τη χαρά να μοιράζεται
τη δροσιά τους με το αγαπημένο της δέντρο...

No comments:

Post a Comment