








Λένε, στις στάχτες μιας πελώριας φωτιάς,
πως κρύβεται ένα γέλιο ξεχασμένο,
και βούτηξα τα χέρια μου βαθιά,
να το ανασύρω κι ας ήταν πεθαμένο...
Λένε, τα μάτια που κοιτούν λυπητερά,
πως κρύβουν μια ανάσα ευτυχίας,
και δάκρυσα πιστεύοντας απλά,
πως άγγιζα τα πέπλα της μαγείας...
Λένε, στου κόσμου την απέραντη ερημιά,
πως λούζεται η νεράιδα του γέλιου,
και πέταξα με μαγικά φτερά,
να δω το θαυμασμό εκεί του ανέμου...
Λένε, της ζωντανής καρδιάς τα μυστικά,
πως ψάλλουν οι Θεοί στις προσευχές τους,
και γύρισα τα μάτια μου ψηλά,
ποθώντας να μαντέψω τις ευχές τους...
Και έγινα και εγώ μια προσευχή
και γλίστρησε η ψυχή μου προς τα πάνω,
πως έγινα θυσία, να γίνει η ευχή
λένε, μα εγώ το απολαμβάνω...
No comments:
Post a Comment