Μέσα στο μουσείο, το άγαλμα.
Η ζωγράφος, το ζωγραφίζει, το θαυμάζει πάνω στο βάθρο του.
Το άγαλμα, ένα θαύμα γλυπτικής, σκαλισμένο με τόσο λεπτές γραμμές, απεικονίζει τον πόνο, που έχει βιώσει
το μάρμαρο στο μετασχηματισμό του.
Το άγαλμα είναι ένα ιδανικό ομορφιάς, μια ομορφιά που διαπερνά και διαποτίζει τα πάντα.
Η ζωγράφος, γνώστης της αισθητικής, ανακαλύπτει την ομορφιά του και εγκλωβίζεται σε αυτή.
Ναι, το άγαλμα έχει ψυχή, δεν μπορεί αλλιώς να έχει εκφραστεί από αυτό μια τέτοια θεϊκή ομορφιά!
Η ζωγράφος περνά τις νύχτες και τις ημέρες της μπροστά από το ψηλό βάθρο του αγάλματος.
Όσο περνούν οι μέρες, τόσο περισσότερο τυρρανιέται στην προσπάθειά της να κατακτήσει την ομορφιά του
αγάλματος, να την περάσει από μέσα της, να την δυϊλήσει, να την κατανοήσει, να την κάνει εικόνα.
Και όσο περισσότερο προσπαθεί, τόσο πιό πολύ φαίνεται στα μάτια της να υψώνεται το βάθρο με το
άγαλμα, η μορφή να υψώνεται στα ουράνια...
Υπάρχουν στιγμές, που νιώθει ότι το άγαλμα της κλείνει το μάτι, της χαμογελά.
Παντελώς εγκλωβισμένη στο παιχνίδι αυτό, παρασείρεται και νομίζει ότι το άγαλμα ανταποκρίνεται,
ότι υπάρχει κάποιο είδος επικοινωνίας μεταξύ τους.
Φαντάζεται τότε, ότι το βάθρο χαμηλώνει, ότι το άγαλμα την παίρνει και αυτή μαζί και
χάνονται μέσα σε κόσμους φωτός και ομορφιάς...
Αυτά όμως συμβαίνουν τη νύχτα. Όταν οι σκιές του φεγγαριού τρεμοπαίζουν πάνω στις γραμμές του προσώπου,
στα νερά του μαρμάρου... τότε γίνεται για αυτήν η ψευδαίσθηση σιγουριά: ναι! το άγαλμα της μιλάει!
Οι μέρες περνούν, οι εβδομάδες διαδέχονται η μια την άλλη, ακολουθούν οι μήνες και η ζωγράφος,
σαν υπνωτισμένη, κάθεται μέρα και νύχτα μπροστά από το βάθρο, παρατηρεί και ζωγραφίζει το άγαλμα.
Και το βάθρο, όλο και ψηλώνει, και το άγαλμα παρουσιάζει σε αυτήν όλο και περισσότερες, ακατανόητες
ακόμη για αυτήν πτυχές της Θεϊκής του ομορφιάς.
Η ζωγράφος ζωγραφίζει, το άγαλμα στέκεται στο πανύψηλο βάθρο του...
Οι μέρες, οι μήνες, τα χρόνια περνούν...
Στη ζωγράφο αρχίζουν να φαίνονται πια τα πρώτα σημάδια του χρόνου, πάνω στο κορμί της, στο πρόσωπό της.
Το άγαλμα, αιώνια όμορφο και νέο, την παρατηρεί από ψηλά αναλλοίωτο, αμετάβλητο!
Συχνά περνούν από την αίθουσα του μουσείου διάφοροι περαστικοί, λάτρες της τέχνης.
Για αυτούς, η εικόνα της ζωγράφου που ζωγραφίζει το άγαλμα είναι πιά πολύ οικεία.
Κατά κάποιον τρόπο γίνεται για αυτούς και εκείνη η ίδια, ένα ζωντανό έκθεμα του μουσείου.
"Η ζωγράφος, που ζωγραφίζει το άγαλμα"!
Η ζωγράφος, κατέχει πιά τη μορφή του αγάλματος σε μεγάλο βάθος. Μπορεί να το περιγράψει, να το απεικονίσει,
να το θυμηθεί στη μεγαλύτερη δυνατή λεπτομέρεια. Μοιάζει σαν, μέσα από αυτή την επίμονη διαδικασία,
η ζωγράφος να έχει επαναδημιουργήσει η ίδια το άγαλμά, πάνω στο βάθρο.
Το άγαλμα, αυτό το ακίνητο και αμετάβλητο θαύμα μπροστά της, το πλησιάζει όλο και πιό πολύ...
Μοιραία, με τα χρόνια, το ίδιο ερώτημα έρχεται ξανά και ξανά στο μυαλό της:
Τί κρύβεται πίσω από το άγαλμα; Και αν αυτό που κρύβεται έχει συναίσθηση της παρουσίας της
και της προσπάθειάς της να το προσσεγγίσει, να το κατανοήσει, να το συναντήσει...
Και αν δεν είναι μια ψευδαίσθηση της νύχτας, το χαμόγελο που νιώθει να βλέπει να σχηματίζεται στα χείλη του.
Μήπως είναι μια επικοινωνία; Μήπως το άγαλμα θέλει κάτι να της πει;
Η ζωγράφος συνεχίζει αέναα να αναρρωτιέται, αλλά δεν παίρνει απάντηση.
Φαντάζεται λοιπόν ό,τι θέλει, αφού δεν υπάρχει κάποιο στοιχείο που να διαψεύσει τις εικασίες της.
Αρχίζει να δίνει στο άγαλμα προσωπικότητα και χαρακτηριστικά, που αυτή φαντάζεται.
Και συχνά, "συνομιλώντας" με αυτή την φανταστική προσωπικότητα του αγάλματος, αρχίζει να ζει μια παράξενη σχέση,
μέσα στο μυαλό της.
"Σήμερα το άγαλμα ήταν χαρούμενο!", σκέφτεται. "Μάλλον θα του άρεσε το σκίτσο που ζωγράφισα, θα ακολουθήσω την
ίδια τεχνοτροπία για το επόμενο σκίτσο"!
Άλλη μέρα πάλι: "το άγαλμα μου φαίνεται λυπημένο, δεν προσπάθησα αρκετά, οι γραμμές μου ήταν κάπως άγριες και
το χρώμα πολύ έντονο".
Το άγαλμα, παραμένει ουσιαστικά σιωπηλό...
Τα σκίτσα της ζωγράφου, πεταμένα γύρω από καβαλέτο, τραβούν την προσοχή των διερχόμενων. Ένας κριτικός τέχνης
τα βλέπει και τα θαυμάζει: "Πρόκειται για αριστουργήματα"! αποφαίνεται. "Τόσο εκφραστικά, και τόσο διαφορετικά
το ένα από το άλλο. Πόσο πολύ καρδιά και ψυχή περιέχουν!"
Τα σκίτσα της ζωγράφου για το άγαλμα γίνονται διάσημα. Όλο και περισσότερος κόσμος μαγεύεται από αυτά
και πηγαίνει πλέον στο μουσείο να τα δει. Μια ειδική αίθουσα έχει πλέον διατεθεί για το σκοπό της έκθεσης.
Όλοι μιλούν για την ταλαντούχα ζωγράφο και τα θαυμάσια σκίτσα της, σκίτσα που εκφράζουν μια Θεϊκή ομορφιά!
Σιγά - σιγά το άγαλμα, παλαιώτερα ένα σημαντικό έκθεμα του μουσείου, παραγκονίζεται και κανένας πλέον
δεν το προσέχει, παρά όλοι σπεύδουν στην αίθουσα με τα σκίτσα της ζωγράφου. Μόνο κάπου - κάπου, κάποιος,
παρακινούμενος από την περιέργεια, για την πηγή των τόσο θαυμαστών και πανέμορφων σκίτσων, πλησιάζει το
άγαλμα, το κοιτά, σηκώνει τους ώμους, (δεν κατάλαβε...) και προχωρά.
"Η τέχνη", λέει, και εννοεί τη ζωγράφο, " δίνει στα άψυχα ψυχή!"
Η ζωγράφος, διάσημη πλέον για τα σκίτσα της, δεν εντυπωσιάζεται, δε χαίρεται για την επιτυχία της.
Στο δικό της τον κόσμο, υπάρχει μόνο το άγαλμά της, ο Θεός της, η Έμπνευσή της, η αιτία και ο σκοπός της ύπαρξής της.
"Υπάρχω, για να σε ζωγραφίζω", ψυθυρίζει εκστασιασμένη στο άγαλμα...
Και ζωγραφίζει... και μεταφέρει σε όλο και περισσότερο κόσμο την ψυχή του αγάλματος μέσα από τα σκίτσα της...
Η ζωγράφος κάποτε πεθαίνει. Το άγαλμα παρεμένει πλέον μόνο του, πάνω στο βάθρο του.
Τώρα, δεν είναι τίποτε περισσότερο, παρά ένα κομμάτι μάρμαρο, τοποθετημένο σε μια γωνιά του μουσείου, ανάμεσα
σε άλλα κομμάτια μάρμαρο...
Ο σκοπός του αγάλματος ήταν να υπάρχει, για να το ζωγραφίζει η ζωγράφος.
Ο σκοπός της ζωγράφου ήταν να βρει την ψυχή του αγάλματος, μέσα από τα σκίτσα της.
Τι ειρωνία αλήθεια, ένα τόσο αλληλένδετο και δημιουργικό ζεύγος και όμως, ποτέ οι ψυχές δεν άγγιξαν η μία την άλλη!
Wednesday, April 4, 2007
Το άγαλμα
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
No comments:
Post a Comment