Wednesday, October 15, 2008

Σιωπηλό μολύβι...

Το μολύβι παρέμενε σιωπηλό...
Έγραφε, έγραφε, τα αόρατα γράμματα κοιτούσαν
αμίλητα μέσα από λέξεις και φράσεις. Τα ελάχιστα
ίχνη, χαρακιές πάνω στο χαρτί, πολεμούσαν με τη
λήθη που τα σκέπαζε κι αυτά, γρήγορα και ανελέητα.
Η ψυχή της, σαν τυλιγμένη με λευκούς επιδέσμους
αργοσάλευε μόνο, δεν τολμούσε να κινηθεί ακόμη.
Η έκφραση στο πρόσωπό της, μια υποψία χαμόγελου,
έσβηνε κι αυτή τόσο γρήγορα που έμοιαζε με
ψευδαίσθηση. Όλα ήταν σιωπηλά, ή σχεδόν σιωπηλά.
Πίσω από το φαινομενικά ακίνητο πέπλο της νάρκης
της, υπήρχαν κραυγές που δεν ακούστηκαν, φωνές
άγριες, σπαραχτικές. Ξαπλωμένες στο ξερό, άνυδρο
χώμα, έλιωναν πληγωμένες από τα βέλη σκοτεινών
δυνάμεων. Ηττημένη, κουρασμένη, παρέμενε σιωπηλή.

Το μολύβι παρέμενε σιωπηλό...
Χιλιάδες λέξεις σχηματίζονταν, αλλά τα γράμματα
έλιωναν σαν νιφάδες χιονιού πριν γεννήσουν τις λέξεις.
Ήθελε να φυσήξει μια ροζ πνοή, αλλά η ανάσα της
πάγωνε πριν αγγίξει, πριν περάσει τα χείλη της.
Τα μονοπάτια που είχε ανοίξει στη χώρα του ονείρου
είχαν γεμίσει με αγριόχορτα, χάνονταν πλέον κι
αυτά σαν οφθαλμαπάτη στην έρημο. Η μαγεία την
είχε εγκαταλείψει, κι έτσι παρασύρθηκε να παρατηρεί
ύλη και αριθμούς. Ο κόσμος έγινε ένα πεζό,
μετρήσιμο σύμπαν χωρίς συναρπαστικά και υπέροχα
μυστικά. Τί της συνέβαινε; Αναρωτιόταν αδύναμα,
αναπολώντας αυτά που η ψυχή της τόσο πολύ είχε
αγαπήσει, που η καρδιά της τόσο δυνατά είχε
πιστέψει. Ήταν νύχτα κι ευχόταν όλα αυτά να μην
ήταν παρά ένα άσχημο όνειρο, που θα έσβηνε στη
λήθη με τις πρώτες ακτίνες του Ηλίου. Περίμενε
να ξημερώσει...

1 comment:

  1. Τί ωραία που γράφεις βρε μανάρι μου.

    Αυτό το σιωπηλό μολύβι τελικά μόνο σιωπηλό δεν είναι!!!

    ReplyDelete